Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

Πάμε να παίξουμε


Το ξέρατε ότι κάθε βράδυ τα πνιγμένα προσφυγόπουλα μαζεύονται στην παραλία και
στήνουν ξέφρενο χορό;
...Αλήθεια σας λέω, δεν είμαι τρελός, δεν με αποτρέλανε ακόμα τούτη η εποχή.
Τα είδα σας λέω και ας μη με πιστεύετε.
Κι όταν χορέψουν ώρες πολλές και ζαλιστούν από τον χορό σκαρφαλώνουν το ένα πάνω στο άλλο και φτάνουν μέχρι τον ουρανό.
Γίνονται ένα με τα αστέρια και λάμπουν όπως κι αυτά, μπορεί και περισσότερο. Οι ζωγραφιές τους δεν δείχνουν πια θάνατο. Καταπράσινα λιβάδια δείχνουν και παιδιά που μέρα και νύχτα που χορεύουν και γελούν.
Είναι τόσο ψηλά που δεν ακούν πια τον θόρυβο από τις οβίδες που πλησιάζουν, ούτε τις ύστατες ανθρώπων που τους κόβει τα κεφάλια ο θρησκευτικός φανατισμός.Παίζουν κρυφτό με τα δολοφονημένα πιτσιρίκια στην Παλαιστίνη.
Σκαρφαλώνουν στα δέντρα μαζί με τους λιλιπούτειους φίλους τους από την Αφρική, που πέθαναν γυρεύοντας μέχρι την τελευταία στιγμή ένα ξεροκόμματο από τους "πολιτισμένους".
Κάνουν σαμποτάζ στην αλυσίδα παραγωγής των μεγάλων πολυεθνικών, εκεί που δεκάχρονα παιδιά δουλεύουν από νύχτα σε νύχτα για ένα λειψό πιάτο φαΐ.
Λύνονται στα γέλια όταν τους λένε ότι υπάρχει θεός που αγαπάει και φροντίζει τα παιδάκια όλου του κόσμου.
Βγάζουν την γλώσσα τους στους πολιτικούς που καμώνονται πως νοιάζονται για αυτά, συσκεπτόμενοι στις χλιδάτες αίθουσες συνεδριάσεων. 
...Το ξέρω ότι και πάλι δεν με πιστεύετε, αλλά αν κατεβάσετε από το πατάρι το ξύλινο αλογάκι που είχατε στο νηπιαγωγείο και κάνετε ένα σάλτο σε κείνα τα χρόνια θα τα δείτε και θα ξεφαντώσετε μαζί τους και εσείς.
Μας περιμένουν τα παιδιά.
Άντε ξεκολλάτε από δω, πάμε να παίξουμε…

 

Νοέμβρης 2015

Για μια ελπίδα που δεν έγινε πράξη

Ποτέ μου δεν αυτοπροσδιορίστηκα ως αριστερός και έχω δηλώσει ρητά στον εαυτό μου ότι
κάτι τέτοιο δεν συγκαταλέγεται στις μελλοντικές μου προθέσεις.
Επίσης ποτέ δεν οικειοποιήθηκα καμία ιδεολογία, οποιασδήποτε απόχρωσης, ούτε έθεσα τη ζωή μου στη διάθεση κανενός πολιτικού, ή κομματικού μηχανισμού. Η συνειδητή αυτή επιλογή μου και στάση ζωής βασιζόταν –και εξακολουθεί να βασίζεται- όχι στην απαξίωση μου να ασχοληθώ με τα κοινά, αλλά στη βαθιά ριζωμένη, μέσα μου, πεποίθηση (την οποία διατηρώ ακέραια, μέχρι σήμερα) ότι η εξουσία, όποιο προσωπείο κι αν φοράει δεν είναι τίποτα λιγότερο από εχθρός του ανθρώπου και βρίσκεται, από την ίδια της την οντότητα, σε πλήρη αναντιστοιχία με κάθε έννοια αξιοπρέπειας και αυτοσεβασμού.

Από κει και πέρα, όμως, νιώθω απέραντο Σεβασμό για τους ανθρώπους που είχαν το σθένος και το μεγαλείο να δηλώσουν έμπρακτα αριστεροί, σε χρονικές συγκυρίες απείρως δυσκολότερες από τις σημερινές και δεν δίστασαν, ούτε για μια στιγμή, να παραχωρήσουν την ίδια τους τη ζωή και την προσωπική τους ελευθερία, για έναν δικαιότερο κόσμο, με τον τρόπο, τουλάχιστον, που οι ίδιοι φαντάζονταν. Αναφέρομαι σε αυτούς που όταν οι στρατοδίκες και οι ανακριτές τους έλεγαν «εκεί είναι η πόρτα, υπέγραψε ότι οι σύντροφοι σου είναι προδότες και φεύγεις» επέλεγαν το εκτελεστικό απόσπασμα από την ατίμωση. Πολλοί από αυτούς άφησαν την τελευταία τους πνοή στις εξορίες ή έμειναν ανάπηροι από τα βασανιστήρια των μπάτσων, αλλά δεν διανοήθηκαν ποτέ να περάσουν από τα κομματικά γκισέ, για να εξαργυρώσουν τους αγώνες τους καταλαμβάνοντας πολιτικές θέσεις ή βολεύοντας τους εαυτούς τους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Και ερχόμαστε στο σήμερα.

Ο κύριος Τσίπρας και οι ομοτράπεζοι του, εξακολουθώντας να δηλώνουν «ριζοσπάστες αριστεροί» βυσσοδομούν, με τον πλέον επαίσχυντο τρόπο, σε βάρος όλων αυτών των ανθρώπων. Τόσοι αυτοί όσο και οι ακροδεξιοί προσκεκλημένοι τους, ασελγούν, χωρίς ίχνος ντροπής, σε βάρος της ιστορίας και της καταγεγραμμένης ιστορικής μνήμης. Αν θέλουν να συνεχίσουν να υπογράφουν μνημόνια και να διευρύνουν τον κλοιό των καθημερινών καταναγκασμών, βαδίζοντας στον ίδιο ακριβώς δρόμο με τους προκατόχους τους, με γεια τους και χαρά τους, από τη στιγμή που ένα κομμάτι της κοινωνίας εξακολουθεί και το αποδέχεται ως τη λογική του «μικρότερου κακού». Όχι όμως στο όνομα της Αριστεράς, η οποία, όπως προανέφερα δεν με αφορά ως ιδεολογία, αλλά, όπως και να το κάνουμε έχουν περάσει από τις τάξεις της άνθρωποι οι οποίοι μάτωσαν κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Υπάρχει λύση. Ας αλλάξει, αν θέλει, τον τίτλο του το κόμματος του οποίου ηγείται. Ας το ονομάσει ΝΕΟ ΠΑΣΟΚ, ή ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΟΣΦΥΟΚΑΜΠΤΩΝ, ή όπως αλλιώς νομίζει κι από κει και πέρα ας πορευτεί με όποιο τρόπο, ο ίδιος και η κουστωδία του, κρίνει θεμιτό. Έτσι θα μπορεί να συνεχίσει, ανεμπόδιστα, το έργο της εξαθλίωσης των ανθρώπων και να υπογράψει όσα μνημόνια και όσα «σταθεροποιητικά» προγράμματα θέλει, εξακολουθώντας να στηρίζει με πρωτοφανή συνέπεια την ασυνέπεια του.

Θα μπορεί να τοποθετεί πλήθος μικρών γραμμάτων, στο κάτω μέρος των υποσχέσεων και των προγραμματικών του δηλώσεων και να μετατρέπει τα «όχι» σε «ναι», όχι μετά από 17 ώρες, «σκληρών διαπραγματεύσεων» αλλά μέσα σε ελάχιστα λεπτά.
Θα μπορεί να συνεχίσει να χύνει κροκοδείλια δάκρυα για τα πνιγμένα παιδιά στο Αιγαίο, την ίδια στιγμή που διατηρεί τον φράχτη στον Έβρο, ενώ θα ήταν πολύ απλό να ανοίξει τα χερσαία σύνορα της χώρας, επιτρέποντας τη διέλευση των κυνηγημένων από τον πόλεμο και την εξαθλίωση, χωρίς να γεμίζουν οι θάλασσες πτώματα.

Θα μπορεί ακόμα να συνεχίσει την στρατιωτική συνεργασία με τους Ισραηλινούς δολοφόνους, χωρίς να έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που φωτογραφιζόταν, χαμογελαστός, φορώντας παλαιστινιακό μαντήλι, στην πορεία για τις συνεχιζόμενες μαζικές δολοφονίες, στην Λωρίδα της Γάζας.

Θα μπορεί, τέλος, να προβεί σε όσες ασχήμιες επιθυμεί, χωρίς η ιστορία, η οποία έχει πάρει το τεφτέρι της και γράφει, να δικαιούται να του καταλογίσει οποιαδήποτε ασυνέπεια, με τις ιδεολογικές του αρχές.

Είναι πολύ εύκολο. Αρκεί να αφαιρέσει τον τίτλο «Ριζοσπαστική Αριστερά».

 

Υ.Γ Όσο για κάποιους που αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί, άρα και αντίπαλοι της εξουσίας, αλλά έσπευσαν, στα χαμαιτυπεία που ονομάζονται εκλογικά τμήματα, να τον ψηφίσουν, κάνοντας ή μη την αυτοκριτική τους, σε δεύτερο χρόνο, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιο πεδίο για αναλύσεις.

Απλά μένω άφωνος με την κατάντια τους.

Οκτώβρης 2015

Τα πρόσωπα του θηρίου


Μιας και ο φασισμός και τα «αντί» του αποτελούν κεντρικό
θέμα των ημερών και φαινόμαστε όλοι πρόθυμοι να πετάξουμε στο λάκκο των λεόντων τη γνωστή συμμορία, που αποτελεί τον ιδεολογικό εκφραστή της φαιάς πανούκλας, καλό είναι να θυμόμαστε, ότι η κτηνωδία έχει περισσότερες, από μια, εκδοχές. Ο φασισμός, στην καθημερινότητα, δεν εκφράζεται, αποκλειστικά, με δολοφονικές επιθέσεις εναντίον «ελλήνων» και «ξένων». Δεν κυκλοφορεί, ανάμεσα μας, μόνο με ακονισμένα μαχαίρια και φανταχτερές στολές παραλλαγής.

Φασισμός είναι να φωνάζουμε ανατρεπτικά συνθήματα στις πορείες και το βράδυ που γυρίζουμε στο σπίτι μας, να συμπεριφερόμαστε υποτιμητικά στο σύντροφο ή τα παιδιά μας, γιατί ξεχνάνε ότι εμείς είμαστε οι κολώνες του σπιτιού και πως εμείς καθορίζουμε και επιβάλουμε τους κανόνες.

Φασισμός είναι τα καλάμια που καβαλάμε, βλέποντας όλους τους άλλους σαν μερμήγκια, από κει ψηλά, θεωρώντας (μέσα από την απόλυτη σοφία και πολυγνωσία μας) ότι τους κάνουμε χάρη και μόνο που τους απευθύνουμε το λόγο.
Φασισμός είναι να χρησιμοποιούμε τους ανθρώπους, όπως χρησιμοποιούν εμάς οι εξουσίες και όταν πια δεν έχουν αξία χρήσης, να τους πετάμε σε μια γωνία, μέχρι να έρθει η επόμενη φορά που θα τους χρησιμοποιήσουμε.

Φασισμός είναι να είμαστε αριστερά αφεντικά, αλλά να συμπεριφερόμαστε στους υπαλλήλους μας, με τον ίδιο ή και χειρότερο τρόπο που θα συμπεριφερόταν ένας οποιοσδήποτε μελανοχιτώνας.
Φασισμός είναι να ξεχωρίζουμε τους ανθρώπους σε «όμορφους» και «άσχημους» και να τους χλευάζουμε στο δρόμο ή στο διαδίκτυο, επειδή δεν έχουν τη δική μας κορμάρα.

Φασισμός είναι να κατηγοριοποιούμε τους ανθρώπους σε συνομοταξίες «έξυπνων» και «χαζών». Σε ανθρώπους με «φυσικά χαρίσματα» και στους άλλους, που κάνουν μόνο για να μας γυαλίζουν τα παπούτσια.
Φασισμός είναι το ψέμα, η υποκρισία, οι «φιλίες» από συμφέρον, η αγάπη που κρύβει ψιλά γράμματα, στο κάτω μέρος των υποσχέσεων.

Φασισμός είναι να έχεις πανεπιστημιακούς τίτλους, ή να έχεις διαβάσει μια ντουζίνα βιβλία και να μιλάς υποτιμητικά στον «αγράμματο» σαν να μην είναι άνθρωπος, αλλά κάποιο αντικείμενο ευτελούς αξίας.
Φασισμός είναι να περιθωριοποιείς και να αντιμετωπίζεις ως παράσιτο, κάποιον που, για λόγους αρχής, δεν έχει ψηφίσει, ποτέ, κανέναν από τα αφεντικά του, ενώ οι –κάθε λογής- ψηφοφόροι είναι οι μόνοι ορθά πολιτικά σκεπτόμενοι.

Φασισμός είναι το ψέμα, η υποκρισία, οι φιλίες από συμφέρον, η αγάπη που κρύβει ψιλά γράμματα, στο κάτω μέρος των υποσχέσεων.

Φασισμός είναι το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ ρε?» και τόσα ακόμα, που θα μπορούσα να γράφω, επί ώρες και ίσως επί μέρες.

Καλώς να ορίσουν οι κρεμάλες για τους απολογητές των στρατοπέδων συγκέντρωσης, αλλά αυτό, όσο κι αν πάμε πίσω στην ιστορία, δεν στάθηκε ποτέ αρκετό.

Το νου μας γύρω μας και κυρίως μέσα μας.
Το θηρίο έχει πολλά πρόσωπα.


Απρίλης 2013

 

 

 

 

 

Μόνη μας πατρίδα τα παιδικά μας χρόνια

Οι ατελείωτες ώρες που έτρεχα ξυπόλητος στους δρόμους
μετά το σχολείο, σε μια φτωχογειτονιά στο Περιστέρι, κάπου εκεί στα μέσα της δεκαετίας του 70’, λίγο μετά την «αποκατάσταση της δημοκρατίας». Ούτε τα σπασμένα γυαλιά, ούτε τα πετραδάκια, που κάθε τόσο πατούσαμε, δεν κατάφερναν να μας βάλουν μυαλό. Εμείς εκεί, συνειδητοποιημένα αλητάκια του δρόμου, χωρίς να λογάμε κανένα φόβο.
Η φωνή της μάνας μου, που έβγαινε στο πίσω μπαλκόνι, όταν έπεφτε το σκοτάδι και φώναζε δυνατά το όνομα το δικό μου και του αδελφού μου για να μαζευτούμε, επιτέλους, στο σπίτι. Τάχατες εμείς δεν την ακούγαμε.. Τότε ξεκινούσε τις απειλές, αφού δεν παίρναμε, με το καλό. «Δεν θα σας πιάσω στα χέρια μου, θα σας πιάσω. Τότε να δείτε». Καμιά φορά όταν το παρατραβούσαμε, έκοβε μια βίτσα, από ένα δέντρο και έβγαινε παγανιά στους δρόμους, για να μας γυρίσει πίσω σηκωτούς. Πότε με μαλαγανιές και πότε με κλάματα την φέρναμε με το μέρος μας. Μέχρι που την καταφέρναμε να μας πάρει παγωτό, καμιά φορά, στη διαδρομή για το σπίτι. Μετά που ήταν μπροστά ο πατέρας μου ξαναέκανε την άγρια για να μη φαινόταν ότι μας είχε χαριστεί, για ακόμα μια φορά...
Οι τσίχλες που με περισσή μαεστρία έβαζα στη τσέπη, κάθε φορά που με έστελνε ο πατέρας μου με έστελνε στο, μοναδικό ψιλικατζίδικο της περιοχής, για να του πάρω την «Απογευματινή». Μόλις έκανε ο Κυρ Κώστας να γυρίσει, για να μου δώσει την εφημερίδα, γινόμουν κατά δέκα τσίχλες πλουσιότερος.
Η μπάλα, που παίζαμε με τις ώρες στις αλάνες, που βρισκόταν παντού διάσπαρτες ανάμεσα στα χαμηλά σπίτια της περιοχής. Τότε ήταν που μου κόλλησε η ιδέα να γίνω τερματοφύλακας. Να παίξω στην εθνική Ελλάδος, μια μέρα. Να γίνω κάποιος. Τελικά η εθνική τα κατάφερε, (έστω και χωρίς εμένα) να πάρει ένα πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα, κάποιες δεκαετίες αργότερα.
Το πρώτο μου φιλί, ή μάλλον η πρώτη μου απόπειρα να φιλήσω κορίτσι, κάπου στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού. Όλγα την έλεγαν… Ήθελα να πάω να τη ζητήσω από τους δικούς της, μόνο που αυτή δεν γύριζε, καν, να με κοιτάξει. Μια μέρα, δεν ξέρω που βρήκα τόσο θάρρος, πέρναγε από μπροστά μου, σε ένα διάλλειμα και δεν κρατήθηκα. Στο άσχετο τελείως σκύβω και τις δίνω ένα ρουφηχτό φιλί στο μάγουλο. Κοκκίνισε το κορίτσι, άλλα και εγώ κατακόκκινος, από ντροπή ήμουν. Το σκαμπίλι ακόμα σαν να αντηχεί στα μάγουλα μου, ακόμα και τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, κάπου 30 χρόνια μετά. Αχ, μωρέ Όλγα, δεν ήθελα να σε φέρω σε δύσκολη θέση… Είχες και εσύ όμως ένα χέρι.. Ίσως, αν μου είχε κόψει να σου δώσω πρώτα μια μαργαρίτα, από αυτές που φύτρωναν, έξω από το σχολείο, να το είχες πάρει αλλιώς. Καλή σου ώρα, όπου κι αν βρίσκεσαι…
Μέσα σ’ όλα ήταν κι οι κλοπές. Κατ’ εξακολούθηση, μάλιστα από το, πάντοτε φορτωμένο, κομπόδεμα του αδερφού μου. Αυτός ξαλάφρωνε τις τσέπες του πατέρα μου και εγώ ξαλάφρωνα αυτόν. Ποτέ δεν του τα έπαιρνα όλα. Μονάχα όσα χρειαζόμουν, για να ξαμοληθώ μέχρι το ψιλικατζίδικο, για τα στοιχειώδη της μέρας. Κάποια στιγμή με έπιασε την ώρα της «δουλειάς». Πρέπει να πλακωνόμαστε, για παραπάνω από μισή ώρα. Γύρισε ο πατέρας μου και μόλις μας είδε αναμαλλιασμένους και με εμφανή τα σημάδια της μάχης, έριξε ένα γερό χέρι και στους δύο μας, «για να γίνουμε άνθρωποι»…
Μη ξεχάσω να σας πω για το πρώτο μου ποδήλατο. Ήμουν δεν ήμουν 7 χρονών. Μια μέρα, θέλοντας να δείξω στη μάνα μου ότι έγινα άντρας, της φώναξα: Κοίτα μαμάααααα! Και πήγα να περάσω πετώντας τα τέσσερα σκαλοπάτια που έβγαζαν από την κουζίνα στην αυλή. Όση φόρα κι αν πήρα δεν κατάφερα να κάνω το ποδήλατο αεροπλάνο. Εκείνη δεν πρόλαβε να με σταματήσει κι έσκασα μπροστά της με το κεφάλι. Με τα αίματα να τρέχουν με πήρε και βγήκε στο δρόμο, φωνάζοντας «βοήθεια» στους σαστισμένους γειτόνους. Το ποδήλατο κλειδώθηκε στην αποθήκη, για πολύ καιρό και σκαρφάλωνα από ένα μικρό παραθυράκι για να το δώ. Για να το ακουμπήσω, ούτε λόγος, αν, πρώτα, δεν έβαζα μυαλό.
Μοναδική μου πατρίδα, όλα αυτά… Χωρίς σημαίες και εθνικές ανατάσεις. Μονάχα καθαρά βλέμματα ανθρώπων, που δεν είχαν κάνει ακόμα κτήμα τους την πονηριά…

Mάρτης 2013

 

Η ώρα της μεγάλης φυγής


Για αυτό σου λέω αδερφέ μου. Παράτα όλα και πάμε να φύγουμε. Μόνο με τα μπαλωμένα ρούχα και τα τρύπια
παπούτσια μας.
Να πηδήξουμε πάνω από το φράχτη και να αφήσουμε πίσω τους ψόφιους έρωτες τους, τους δήθεν ανυπότακτους και τις βαθυστόχαστες αναλύσεις αυτών που, μέσα σε μια νύχτα, χωρίς να χύσουν ούτε μια σταγόνα ιδρώτα, θαρρούν πως έμαθαν τα πάντα, για τη ζωή.
Να τρέξουμε ξυπόλυτοι, όπως τότε που ήμασταν παιδιά, σε μέρη καταπράσινα, πιο πέρα κι από κει που το μάτι φτάνει και κάθε πρωί να σμίγει το χαμόγελο μας με το χαμόγελο των άλλων ανθρώπων. Σε τόπους που οι αστυνόμοι δεν θα κάνουν ελέγχους στις γωνίες και καμιά ψυχή «λαθραία» δεν θα θαλασσοπνίγεται. 
Να λέμε καλημέρα στον εαυτό μας και να μη μοιάζει με ειρωνεία φτηνή και τετριμμένη, ή με ένα ακόμα κακόγουστο αστείο σαν κι αυτά που μας μαγκώνουν τη ψυχή μας και μας κάνουν να κλαίμε αντί να γελάμε.

 
Τίποτα αληθινό δεν έμεινε εδώ για καρδιές σαν τις δικές μας που ποτέ δεν έμαθαν μέσα σε χρυσά κλουβιά να επιβιώνουν.
Απόγνωση και μοναξιά μονάχα μέσα στο πολύβουο πλήθος και ας συνεχίζουν οι περισσότεροι να  μοιράζουν χαζοχαρούμενες και ανέξοδες ευχές και να καλωσορίζουν την άνοιξη, την ίδια ώρα που το ολοκαύτωμα μέσα σε ότι έχει απομείνει από τον εγκέφαλο τους συνεχίζεται.
Κανένα γιατρικό δεν βρέθηκε ούτε θα βρεθεί ποτέ για να επουλώσει τις πληγές μιας τόσο άρρωστης και ξιπασμένης κοινωνίας που συνήθισε, πια, να τρώει τις σάρκες της.
Ας σώσουμε, τουλάχιστον, το δικό μας όνειρο, όσο είναι ακόμα καιρός.
Πριν εθιστούμε στις αλήθειες των πολλών και αρχίσουμε και περπατάμε και εμείς, δίχως να το καταλάβουμε στο ίδιο πεζοδρόμιο με το τίποτα.  

 

 Γενάρης 2013

 

Ασπρόμαυρες παιδικές φωτογραφίες

Όμως, εγώ, θα χαθώ μέσα στις ασπρόμαυρες παιδικές φωτογραφίες, που έχω καλά
φυλαγμένες μέσα στη ψυχή μου, ξέροντας πως το σύμπαν που δημιούργησαν οι μεγάλοι δεν κάνει για μένα.
Θα γελάω μπροστά τους με αυθάδεια, όταν θα μου λένε να καθίσω φρόνιμος σε μια καρέκλα, την ώρα που αυτοί,  μέσα στη σοβαρότητα και την απόλυτη σοφία τους, θα κανονίζουν πότε θα βγουν στο δάσος να κυνηγήσουν πουλιά, γιατί την ομορφιά τα μάτια τους ποτέ δεν μπόρεσαν να την αντέξουν.

 

Γενάρης 2013